Ένας από τους πιο διάσημους chef στην Ελλάδα και ο μοναδικός μέχρι σήμερα Κύπριος μάγειρας βραβευμένος με «Χρυσό Σκούφο», μιλά για τα μυστικά της επιτυχίας του, τη ζωή του, τις αναφορές που είχε από το σπίτι του, τα φαγητά της μητέρας του και παραδέχεται πως, μέχρι τα 24 του, ποτέ δεν σκεφτόταν να ασχοληθεί με τη μαγειρική. Από τον Αλέξανδρο Πρίφτη
Tα πρώτα κίτρινα φύλλα από τα πλατάνια της οδού Λεβίδου, στην Κηφισιά, είχαν στρώσει ήδη τα πεζοδρόµια. Στη δεύτερη γωνία της οδού, το µαγαζί του Χριστόφορου Πέσκια δεσπόζει, διακριτικά, µε το µίνιµαλ στυλ του: Κοµψά τραπεζάκια µέσα, ζεστή ατµόσφαιρα και µία απροσδιόριστη µυρωδιά καλοµαγειρεµένου φαγητού. Εκείνος ντυµένος στα λευκά, µε ένα πλατύ χαµόγελο, µε υποδέχεται και επιµένει να δοκιµάσω απ’ όλα. «Μετά τη συνέντευξη», του λέω, από φόβο µήπως παρασυρθώ. Καθόµαστε σε ένα ξύλινο τραπέζι πίσω από την πόρτα της κουζίνας. «Εδώ θα έχουµε την ησυχία µας, για λίγο» µου λέει.
Είστε ο µοναδικός Κύπριος Chef που έχει βραβευθεί στην Ελλάδα µε «Χρυσό Σκούφο». Πώς βιώσατε αυτή την καταξίωση;
Καταρχήν, δεν ξέρω αν είµαι ο µοναδικός Κύπριος chef που πήρε «Χρυσό Σκούφο». Αν είµαι όντως, ok, τι να πω; (χαµογελά). Κοιτάξτε, είναι µία τιµητική βράβευση, ωραία αισθάνθηκα. Όµως είναι σηµαντικό να καταλάβει κανείς ότι, κάθε φορά που βραβεύεσαι, ουσιαστικά σε ξεχωρίζουν για κάτι που έκανες στο παρελθόν, για µία πορεία που έχεις και για τη δουλειά σου. Μπορεί αύριο, µεθαύριο, κάποιος να γίνει κακός, να επαναπαυθεί, να µείνει στάσιµος. Ξέρετε, εγώ δεν κοιτάζω τα βραβεία, αλλά αυτό που επιδιώκω είναι να προχωρώ στη δουλειά µου και να εξελίσσοµαι. Ωστόσο, ναι, η βράβευσή µου στους «Χρυσούς Σκούφους», ήταν πολύ µεγάλη τιµή για µένα
Ένα τόσο σηµαντικό βραβείο, µπορεί να βοηθήσει ένα chef στη µετέπειτα πορεία του;
Και ναι και όχι. Για µένα, τα βραβεία δεν ήταν αυτοσκοπός – ούτε κοιµόµουν και ξυπνούσα µε τη σκέψη του «πότε θα πάρω κι εγώ βραβείο;». Όµως ότι βοηθούν, βοηθούν – κακά τα ψέµατα. Είναι µία αναγνώριση, µία καταξίωση. Αλλά θέλει µεγάλη προσοχή για να µην επαναπαυθεί κανείς.
Ήταν θέµα τύχης ή σκληρής δουλειάς, στη δική σας περίπτωση; Τι πιστεύετε;
Θα σας πω. ∆εν πιστεύω απόλυτα στην τύχη, αλλά µόνο στη σκληρή δουλειά. Τα βραβεία δεν είναι «τζόκερ» ή «λαχεία». Σε επιλέγουν επειδή δούλεψες και κοπίασες πολύ
Πόσα χρόνια µαγειρεύετε;
Από το 1992. Μετρήστε. 27-28 χρόνια. Τριανταρίζω, όπου να ‘ναι (γελά).
Από µικρός σας άρεσε η µαγειρική;
Α, όχι, αγαπητέ µου. Καµία σχέση. Ως παιδί, είχα στο µυαλό µου άλλα πράγµατα. Και οι γονείς µου ήθελαν να µε κάνουν γιατρό, δικηγόρο, ξέρετε, όλα αυτά τα συνηθισµένα που ονειρεύεται ένας γονιός για το παιδί του. Η µαγειρική µπήκε στη ζωή µου στα 24, όταν πια πήγα στην Αµερική για σπουδές. Το δοκίµασα κι έτυχε να µου αρέσει. Επαγγελµατίας µάγειρας έγινα πια στα 28 µου.
Απ’ το σπίτι σας, τι εικόνες είχατε;
Είχα τις κλασικές εικόνες και αναφορές. Εδώ να σας πω ότι προέρχοµαι από µία αγροτική οικογένεια της Κύπρου, µε την έννοια ότι κατάγοµαι από δύο χωριά: Από το Μιτσερό και από την Αυλώνα. Εποµένως, όπως αντιλαµβάνεστε, έβλεπα γιαγιάδες, τη µαµά µου να µαγειρεύουν πολύ – κάθε µέρα το σπίτι ήταν γεµάτο από µυρωδιές. Από όλα τα παραδοσιακά φαγητά Και από παιδί µου άρεσε το φαγητό – κι αυτό, άλλωστε, δεν κρύβεται. Το βλέπετε (γελά).
Ποιο είναι το αγαπηµένο σας πιάτο;
Τι περιµένετε; Να σας πω κάτι γκουρµέ και εξαιρετικά δύσκολο, ε;
Ό,τι θέλετε…
Ακούστε. Τα καλύτερα πιάτα, για µένα, είναι τα απλά. Ας πούµε, δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από τα αµπελοφάσουλα ή όπως τα λέµε εµείς στην Κύπρο, τα λουβιά. Τα πράσινα. Ένα λαδερό φαγητό, απλούστατο, αλλά πολύ εύγευστο. Γενικά, ό,τι έχει σχέση µε τα λαχανικά µου αρέσει. Μου θυµίζουν τα παιδικά µου χρόνια, τους δικούς µου Τα παιδιά δεν τρώνε εύκολα λαχανικά, αλλά στο δικό µας σπίτι τα τρώγαµε όλα. Και µας άρεσαν πολύ.
Τι δυσκολίες αντιµετωπίσατε µέχρι σήµερα στην καριέρα σας;
Όταν ξεκίνησα εγώ, το επάγγελµα αυτό δεν ήταν τόσο, ας πούµε glamourous, όσο είναι τώρα. Οπότε ήταν µόνο δουλειά, δουλειά, δουλειά – και η αναγνώριση ήταν πιο δύσκολη. Το να ήσουν chef, τότε, δεν ήταν κάτι «φανταχτερό». Σήµερα, όπως βλέπετε, έχουν αλλάξει πια τα πράγµατα. Ήταν λιγότερο επαγγελµατικές τότε οι συνθήκες. Πιο δύσκολες, πιο τραχείς. Σήµερα έχει «εκλεπτυστεί» το επάγγελµά µας.
Στη δική σας κουζίνα, είστε αυστηρός;
Έτσι λένε (γελάµε). Αλλά θα σας πω το εξής: Πάντα πρέπει να υπάρχουν όρια Κι αυτός που κρατά την ιεραρχία, οφείλει να τα τηρεί πρώτος απ’ όλους Να επιβάλλει την τάξη και την πειθαρχία κι από την άλλη να εµπνέει και τον σεβασµό στους άλλους. Είναι µία λεπτή ισορροπία, την οποία πρέπει να κρατάς όταν ηγείσαι. Πάνω απ’ όλα έχεις την ευθύνη. Μία βαριά ευθύνη προς όλους – απέναντι και στους υπαλλήλους σου, αλλά και στους πελάτες. Οπότε, ναι, είµαι αυστηρός, αλλά µέσα σε κανονικά πλαίσια.
Η κόρη σας, η Παρασκευή, έχει πάρει την αγάπη σας για τη µαγειρική;
Όχι, όχι (χαµογελά). Θέλει να µε βλέπει να µαγειρεύω, της αρέσει, αλλά αγαπά πιο πολύ τα καλλιτεχνικά. Είναι διαφορετικός χαρακτήρας από µένα. Το ότι είναι παιδί µου, δεν σηµαίνει ότι πρέπει να γίνει chef κι εκείνη. Ας γίνει ό,τι θέλει και να ασχοληθεί µε ό,τι την κάνει πραγµατικά ευτυχισµένη.
Όσο αυστηρός είστε στην κουζίνα σας, άλλο τόσο χαλαρός είστε στο σπίτι µε τη γυναίκα σας και την κόρη σας;
Ακριβώς όπως τα λέτε είναι Στο σπίτι είµαι πολύ χαλαρός και µε τις δύο. Τις λατρεύω – και η κόρη µου µε κάνει ό,τι θέλει (γελά). Υπάρχει ηρεµία στο σπίτι και πολλή αγάπη. Τους κάνω τα χατίρια…
Επειδή κάνετε µία εξαιρετικά απαιτητική δουλειά, που σας επιβάλλει να λείπετε αρκετές ώρες της ηµέρας, αισθανθήκατε ποτέ τύψεις, απέναντι στην οικογένειά σας;
Λόγω της απουσίας µου, φυσικά. Εννοείται. Καθηµερινά, χάνω πολλές από τις στιγµές µαζί τους και µέσα µου κάπως µου στοιχίζει αυτό. Όµως, να σας πω και το άλλο, στη ζωή δεν µπορούµε να τα έχουµε και όλα Κάνω µία δουλειά, την αγαπώ και, παράλληλα, πρέπει να δουλεύω, γιατί έχω ένα σπίτι, µία οικογένεια και πολλές υποχρεώσεις. Από την άλλη, ήµουν πάντα ένας άνθρωπος που ήθελε να προοδεύσει και να µη µείνει στάσιµος. Πάντα ανήκα στην κατηγορία των ανθρώπων που δούλευαν σκληρά – και εξακολουθώ να το κάνω, όπως διαπιστώνετε κι εσείς. Αν θες να κάνεις καριέρα, πρέπει να εργαστείς πολύ και να κάνεις θυσίες.
Η τηλεόραση σας έχει λείψει καθόλου, κύριε Πέσκια;
Όχι, καθόλου. ∆εν είναι αυτή η δουλειά µου. ∆εν είναι ότι έχω αµέτρητες προτάσεις, πού και πού µε παίρνουν, αλλά, για να σας είµαι απολύτως ειλικρινής, είναι ωραίο να επικοινωνείς τη δουλειά σου µέσω της τηλεόρασης, αλλά να µην πιστέψεις ποτέ πως η τηλεόραση είναι η δουλειά σου. Θέλω να εµφανίζοµαι ίσα ίσα για λίγο, µία στο τόσο, και µετά να φεύγω. Ποτέ δεν είχα το «ψώνιο» της τηλεόρασης και του να φαίνοµαι.
Πιστεύετε ότι τα παιδιά που συµµετέχουν στο «Master chef» και σε άλλα µαγειρικά παιχνίδια, έχουν τη βοήθεια που χρειάζεται;
Μπορεί. ∆εν ξέρω. Όµως οι εκποµπές αυτές δεν είναι εκπαιδευτικές. Είναι, µάλλον, διασκεδαστικές Έτσι θα τις έλεγα. Ωραίες παραγωγές, όµως είναι λίγο reality, λίγο lifestyle, λίγο από όλα. ∆εν είναι απαραίτητα κακό αυτό Όµως, άλλο το ένα κι άλλο το άλλο. Εκεί δεν πας για να γίνεις µάγειρας, αλλά για να γίνεις γνωστός µάγειρας. Έχει διαφορά.
Θα παίρνατε µέρος ξανά σε κριτική επιτροπή µίας τέτοιας εκποµπής;
Το έκανα κάποτε, τελείωσε. ∆εν νοµίζω, µη σας λέω ψέµατα. ∆εν µε αφορά πια αυτό το κοµµάτι. Τώρα, αν έρθουν και µου πουν «πάρε ένα εκατοµµύριο ευρώ και κάντο», ε, θα το κάνω (γελάµε). Ποιος δεν θα το έκανε. Όµως έχω πια πολλές υποχρεώσεις, πολλά τρεχάµατα, το µαγαζί – δεν έχω πια τον χρόνο. ∆εν είναι το όνειρό µου να συµµετέχω πια σε κριτικές επιτροπές, ούτε να είµαι στην τηλεόραση.
Πώς σας αρέσει να χαλαρώνετε;
∆εν χαλαρώνω ποτέ (γελάει). Εντάξει, µην υπερβάλλω κιόλας Αγαπώ πολύ τα ταξίδια και είναι, για µένα, η πιο γλυκιά κούραση. ∆εν θα ξεχάσω ποτέ τα ταξίδια µου στην Αυστραλία, στην Ασία -ειδικά στην Κορέα- και φυσικά στην Αµερική όπου και σπούδασα. Αφήνοντας όµως το εξωτερικό, να σας πω ότι ιδιαίτερα αγάπησα -και µου έχει µείνει-το ταξίδι που κάναµε στα Ζαγοροχώρια, στο φαράγγι του Βίκου Υπέροχο µέρος, µαγευτικό. Και η µόνη πολυτέλεια που έχω για τον εαυτό µου, είναι όταν πηγαίνω -µία ή τρεις φορές τον χρόνο, το πολύ- στη Μάνη µε την οικογένειά µου. Ναι, εκεί ξεκουράζοµαι πραγµατικά. Μοναδικό µέρος